πηγή : http://www.ipirotikos.gr/
Οι Aποκριές είναι από καταβολής τους εύθυμες γιορτές. Έτσι και στην Ήπειρο γιορτάζονται πάντα με πολύ κέφι.
Ένα από τα παιχνίδια της Αποκριάς που συναντούσε παλαιότερα κάποιος στην Ήπειρο ήταν ο «Βαλμάς». Έθιμο κατά το οποίο, δέκα - δεκαπέντε άτομα έκαναν κύκλο γύρω από μία φωτιά και προσπαθούσαν να ρίξουν κάποιο χορευτή μέσα.
Η γιορτή άρχιζε από το Σάββατο της πρώτης αποκριάς και τελείωνε την Καθαρά Δευτέρα. Το βράδυ της δεύτερης Αποκριάς άναβαν μεγάλες φωτιές (τζαμάλες) και αποκρεύανε συνήθως με κρεατόπιτες και τυρόπιτες.
Το μεγάλο πανηγύρι βέβαια γινόταν τη δεύτερη αποκριά την Κυριακή της Τυροφάγου. Μετά τη θεία λειτουργία της Κυριακής, γινόταν το μασκάρεμα με απόλυτη μυστικότητα και σιγή. Κατόπιν έβγαιναν στους δρόμους πήγαιναν στα μαγαζιά του χωριού και από σπίτι σε σπίτι.
Το ντύσιμο τους αποτελούνταν από μάσκες (προσωπίδες), ρούχα γερόντων, σιγκούνια, βράκες, ρόκες, κουδούνια, άμφια τουφέκια, τσαρούχια, προβιές, κέρατα, και τόσα άλλα που προξενούσαν το γέλιο. Οι νοικοκυραίοι τους έδιναν αυγά πρόσφεραν γλυκό και ποτό.
Το απόγευμα οι γυναίκες του χωριού, οι πιο νέες κυρίως και τα κορίτσια, κουβαλούσαν από τους λόγγους ξύλα, χλωρά και στεγνά. Γύριζαν από τα δάση ζαλικωμένες με ξύλα τα οποία χρησιμοποιούνταν για τη μεγάλη φωτιά που άναβε το βράδυ σε κεντρικό σημείο του χωριού.
Στα Κουρεντοχώρια οι νέοι γύριζαν από σπίτι σε σπίτι και ζητούσαν ξύλα για τη μεγάλη βραδινή φωτιά. Οι νοικοκυραίοι τους έδιναν απλόχερα ξύλα. Αν κάποιος όμως, αρνιόταν να δώσει, τότε οι νέοι πήγαιναν αργά το βράδυ- κατά την διάρκεια του γλεντιού- και «έκλεβαν» τα ξύλα από τις θημωνιές.
Με το πρώτο σκοτάδι οι κάτοικοι συγκεντρώνονταν στην πλατεία του χωριού ή σε κάποιο άλλο σημείο κι άναβαν τη μεγάλη φωτιά που την λένε ‘αλαγούζια’ ή ‘τζαμάλα’. Γύρω από τη φωτιά στήνονταν ομαδικοί χοροί από άνδρες και γυναίκες. Οι χοροί γίνονταν συνήθως χωρίς όργανα (βιολιά και κλαρίνα). Οι χορευτές τραγουδούσαν διάφορα τραγούδια, εθνικά, ερωτικά και αποκριάτικα.
Μεταξύ των γυναικών παιζόταν το «χάψα», όπου μια γυναίκα έδενε ένα βρασμένο αυγό και το κουνούσε με το σχοινί στον αέρα μπροστά από το στόμα κάθε γυναίκας. Οι άλλες προσπαθούσαν να το πιάσουν με το στόμα τους. Όποια το έπιανε το δικαιούταν και το έτρωγε. Αυτό το παιχνίδι παιζόταν και από άνδρες.
Η τζαμάλα και το γλέντι κρατούσε ως το πρωί της Καθαράς Δευτέρας. Η θρακιά της φωτιάς καιγόταν όλη νύχτα και πολλές φορές συνεχίζονταν και την Τρίτη. Την Καθαρά Δευτέρα δεν έτρωγαν καθόλου, ενώ κάποιοι –σύμφωνα με την παράδοση- πήγαιναν στα βουνά για να βρουν το αυγό της πέρδικας, που ήταν το μόνο που μπορούσαν να φάνε την Καθαρά Δευτέρα.
Το γλέντι έκλεινε με το χορό του τραγουδιού «Πως στουμπίζουν το πιπέρι». Με το «στούμπισμα του πιπεριού» διαλύονταν και το γλέντι με ευχές για ‘καλή Σαρακοστή’.